επεξηγούμαι

επεξηγούμαι
επεξηγούμαι, επεξηγήθηκα, επεξηγημένος βλ. πίν. 74

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ἐπεξηγοῦμαι — ἐπεξηγέομαι recount in detail pres ind mp 1st sg (attic epic doric) ἐπεξηγέομαι recount in detail pres ind mid 1st sg (attic epic doric ionic aeolic parad form prose) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ηγούμαι — (AM ἡγοῡμαι, έομαι, Α δωρ. τ. ἁγοῡμαι) 1. είμαι οδηγός, προπορεύομαι, προηγούμαι, δείχνω τον δρόμο («ὥς εἰπών ἡγεῑθ , ἡ δ ἕσπετο Παλλάς Ἀθήνη», Ομ. Οδ.) 2. είμαι αρχηγός, προΐσταμαι, διευθύνω πρωτοστατώ («ηγούμαι τής επαναστάσεως») 3. (μτχ. ενεστ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”